polymeric$62253$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

polymeric$62253$ - translation to ελληνικό

Polymeric liquid crystals

polymeric      
adj. πολυμερής

Ορισμός

polymer
(polymers)
A polymer is a chemical compound with large molecules made of many smaller molecules of the same kind. Some polymers exist naturally and others are produced in laboratories and factories.
N-COUNT

Βικιπαίδεια

Polymeric liquid crystal

Polymeric liquid crystals are similar to monomeric liquid crystals used in displays. Both have dielectric anitroscopy, or the ability to change directions and absorb or transmit light depending on electric fields. Polymeric liquid crystals form long head-to-tail or side chain polymers, which are woven in thick mats and therefore have high viscosities. The high viscosities allow the polymeric liquid crystals to be used in complex structures, but they are harder to align, limiting their usefulness. The polymerics align in microdomains facing all different directions, which ruins the optical effect. One solution to this is to mix in a small amount of photo-curing polymer, which when spin-coated onto a surface can be hardened. Basically, the polymeric liquid crystal and photocurer are aligned in one direction, and then the photo curer is cured, "freezing" the polymeric in one direction.